Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

τάξις καὶ ἀ

См. также в других словарях:

  • τάξις — εως, ἡ, ΜΑ, και ιων. τ. γεν. ιος Α βλ. τάξη …   Dictionary of Greek

  • Liste griechischer Phrasen/Eta — Eta Inhaltsverzeichnis 1 Ἡ ἀνάπαυσις τῶν πόνων ἐστὶν ἄρτυμα …   Deutsch Wikipedia

  • Geflügelte Worte (Antike) — Alpha und Omega, Anfang und Ende, kombiniert zu einem Buchstaben Diese Liste ist eine Sammlung alt und neugriechischer Phrasen, Sprichwörter und Redewendungen. Sie beschreibt ihren Gebrauch und gibt, wo möglich, die Quellen an. Graeca non… …   Deutsch Wikipedia

  • ακολουθία — Η συμφωνία σε κάτι· η συντακτική συμφωνία στον λόγο, σε αντίθεση με την ανακολουθία· η λογική σειρά· το αποτέλεσμα, το συμπέρασμα. (θεολ.) Στην εκκλησιαστική γλώσσα σημαίνει την τέλεση των διαφόρων ιεροπραξιών στον ναό με ορισμένη τυπική διάταξη …   Dictionary of Greek

  • АФОН — [Св. Гора; греч. ̀ρδβλθυοτεΑθως, ̀λδβλθυοτεΑγιον ̀ρδβλθυοτεΟρος], крупнейшее в мире средоточие правосл. монашества, расположенное в Греции на п ове Айон Орос (Св. Гора, Афонский п ов). Находится под церковной юрисдикцией К польского Патриархата.… …   Православная энциклопедия

  • χιλίαρχος — ο, ΝΜΑ, και χειλίαρχος Α στρ. διοικητής χιλίων ανδρών, χιλιαρχίας νεοελλ. (κατά την εποχή τής Επανάστασης και, ιδίως, τού Καποδίστρια) διοικητής μεγάλης στρατιωτικής μονάδας αρχ. 1. (στους Πέρσες και στους Μακεδόνες) τίτλος αξιωματούχου τής… …   Dictionary of Greek

  • Μανιώτης, Γιώργος — (Αθήνα 1951 –). Λογοτέχνης. Σπούδασε στη νομική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ασχολήθηκε όμως με τη λογοτεχνία. Έγραψε ποιήματα, θεατρικά, διηγήματα κ.ά. Στα ελληνικά γράμματα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1970 με την… …   Dictionary of Greek

  • ТЕОФРАСТ —         Феофраст (ок. 370, Эрес на Лесбосе, между 288 и 285 до н. э., Афины), др. греч. философ и учёный, крупнейший представитель перипатетической школы. Друг, сотрудник и преемник Аристотеля, с 322 и до конца жизни схоларх Ли кея. Биография Т.… …   Философская энциклопедия

  • ТЕОФРАСТ —     ТЕОФРАСТ (Θ€ωφραστος) Эресский (ок. 370, Эрес, о. Лесбос между 288 и 285 до н. э., Афины), греческий философ, крупнейший представитель Перипатетической школы. Друг, ученик и сотрудник Аристотеля, его преемник по руководству Ликеем.… …   Античная философия

  • ταξίδι — και ταξείδι, το / ταξίδιον και ταξείδιον ΝΜ μετάβαση από έναν τόπο σε άλλον, ιδίως μακρινό, με τη χρησιμοποίηση μέσου μεταφοράς νεοελλ. 1. φρ. α) «αγύριστο ταξίδι» μτφ. ο θάνατος β) «καλό ταξίδι» ευχή σε άτομο που πρόκειται να ταξιδέψει γ)… …   Dictionary of Greek

  • τάξη — Στην κοινωνιολογία κοινωνική τ. ονομάζεται το σύνολο προσώπων, που διαδραματίζουν τον ίδιο ρόλο στην παραγωγή και τα οποία έχουν ως προοδευτική πορεία της παραγωγής τις ίδιες απέναντι άλλων προσώπων σχέσεις, που εκφράζονται και στα πράγματα, στα… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»